πλασμώδιο της ελονοσίας

πλασμώδιο της ελονοσίας
Πρωτόζωο της τάξης των αιμοσποριδίων, της ομοταξίας των σπορόζωων. Είναι παράσιτο των ερυθρών αιμοσφαιρίων του ανθρώπινου αίματος και είναι η αιτία της ελονοσίας. Ο εξελικτικός του κύκλος, που αποκαλύφτηκε με τις περίφημες εργασίες του Ιταλού Γκράσι και του Άγγλου Ρος, συμπληρώνεται εναλλάξ στον άνθρωπο (μοναχογονικός ή σχιζογονικός κύκλος) και σε μερικά είδη κουνουπιών του γένους ανωφελής (αμφιγονικός ή σπορογονικός κύκλος). Στο αίμα του ανθρώπου το πλασμώδιο εισβάλλει στα ερυθροκύτταρα όπου αρχικά έχει μορφή δακτυλιοειδή, η οποία εξελίσσεται σε αμοιβαιοειδή και στη συνέχεια σε πολύτμητο με κατάτμηση του πυρήνα και του πρωτοπλάσματος. Έτσι σχηματίζονται πολυάριθμα νέα πλασμώδια που ονομάζονται μεροζωίδια, τα οποία εγκαταλείπουν το ερυθροκύτταρο όταν καταστραφεί και εισβάλλουν σε άλλα ερυθροκύτταρα· όταν τα πλασμώδια εξέρχονται από τα ερυθροκύτταρα στο πλάσμα εμφανίζονται το ρίγος και οι πυρετικοί παροξυσμοί που χαρακτηρίζουν την ελονοσία. Μερικά πλασμώδια αντί να πολλαπλασιαστούν με το σχιζογονικό κύκλο, μετατρέπονται σε γαμεοκύτταρα αρσενικά και θηλυκά. Όταν ένα κουνούπι του γέvoυς Aνωφελής ρουφήξει το αίμα του ελονοσούντος, καταπίνει και τα παράσιτα. Στο στομάχι του κουνουπιού καταστρέφονται οι σχιζογονικές μορφές, αλλά επιζούν τα γαμεοκύτταρα. Αυτά στη συνέχεια εξελίσσονται με ώριμα γεννητικά άρρενα και θηλυκά κύτταρα, γίνεται σύζευξή τους και το νέο κύτταρο, ο ζυγώτης εγκαταθίσταται στο τοίχωμα του στομάχου του κουνουπιού. Εκεί σχηματίζει την ωοκύστη, ένα μόρφωμα μέσα στο οποίο γίνεται ο πολλαπλασιασμός του πλασμωδίου. Έτσι σχηματίζονται τα νέα π. που λέγονται σποροζωίδια. Όταν η ωοκύστη ωριμάσει, σπάει και τα νέα πλασμώδια πέφτουν στην κοιλιακή κοιλότητα του κουνουπιού και από εκεί φτάνουν στους σιελογόνους αδένες του. Όταν το μολυσμένο αυτό κουνούπι τσιμπήσει ένα υγιές άτομο, τότε μαζί με το σάλιο του, που έχει αντιπηκτικές ιδιότητες, ενοφθαλμίζει και τα πλασμώδια. Αυτά, αφού κάνουν στον οργανισμό του μολυνθέντος ένα κύκλο ζωής μέσα στα κύτταρα του δικτυοενδοθηλιακού συστήματος (εξωερυθροκυτταρικός κύκλος), εισβάλλουν στα ερυθρά αιμοσφαίρια, όπου αρχίζουν και επιτελούν το σχιζογονικό κύκλο της ζωής τους. Υπάρχουν διάφορα είδη πλασμωδίων ελονοσίας, όπως το π. του καλοήθους τριταίου, το π. του κακοήθους τριταίου, το π. του τεταρταίου και το π. το ωοειδές. Τα πλασμώδια αυτά διαφέρουν μεταξύ τους μορφολογικά, όπως π.χ. τα γαμετοκύτταρα του κακοήθους τριταίου έχουν σχήμα ημισεληνοειδές, αλλά και η νόσος που προκαλούν το καθένα από αυτά έχει διαφορετική πορεία και βαρύτητα. Eντοπίζονται στο αίμα με τη βοήθεια μικροσκοπίου. Η ελονοσία αντιμετωπίζεται με ειδικά φάρμακα, όπως η κινίνη και νεότερα συνθετικά ανθελονοσιακά φάρμακα, αλλά η προφύλαξη απ’ αυτή γίνεται κυρίως με μεθόδους που στρέφονται απευθείας κατά των κουνουπιών που τη μεταδίδουν, με τη χρησιμοποίηση ισχυρών εντομοκτόνων και την εξαφάνιση των προνυμφών του ανωφελούς κώνωπα που διαβιούν σε καθαρά στάσιμα νερά, δηλαδή στα έλη.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • πλασμώδιο — το μικρόβιο της ελονοσίας: Πλασμώδιο του Λαβεράν …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • λοίμωξη — Παθολογική διεργασία που ακολουθεί την εισβολή και την εγκατάσταση στο σώμα παθογόνων μικροοργανισμών, όπως είναι οι ιοί, τα μικρόβια, οι μύκητες, τα πρωτόζωα και οι ρικέτσιες. Από το πλήθος των μικροοργανισμών του περιβάλλοντος λίγοι είναι οι… …   Dictionary of Greek

  • δίπτερα — (diptera). Τάξη εντόμων, που περιλαμβάνει περίπου 100.000 είδη, διαδεδομένα σε ολόκληρη τη Γη. Τα δ. έχουν, στο μεγαλύτερο ποσοστό, μέτριο μέγεθος και γενικά διαθέτουν ένα ζεύγος μεμβρανωδών πτερύγων. Το πίσω ζεύγος έχει μεταπλαστεί σε αισθητήρια …   Dictionary of Greek

  • παρασιτισμός — Είδος συμβίωσης μεταξύ ενός φυτικού ή ζωικού οργανισμού, ο οποίος λέγεται παράσιτο, και ενός άλλου, του ξενιστή, από τον οποίο ο πρώτος αντλεί τουλάχιστον ένα μέρος από τις θρεπτικές ουσίες που του είναι αναγκαίες για να ζει. Ωστόσο, η συμβίωση… …   Dictionary of Greek

  • σπορόζωα — Ομοταξία ή υπερομοταξία πρωτόζωων, που περιλαμβάνει ένα μεγάλο αριθμό ειδών, παράσιτων ή σαπρόφυτων (σαπροφυτισμός). Τα σ. έχουν ποικιλία μορφών και διαστάσεις που κυμαίνονται από μερικά μικρά, π.χ. στις βαβεσίες (πιροπλασμοειδή), μέχρι πάνω από… …   Dictionary of Greek

  • ανωφελής — Γένος διπτέρων εντόμων της οικογένειας των κωνωπιδών, στην οποία ανήκουν έντομα που μοιάζουν με τα κοινά κουνούπια. Το θηλυκό απομυζά το αίμα του ανθρώπου και άλλων σπονδυλωτών και μπορεί να μεταδώσει ένα πρωτόζωο, παράσιτο του αίματος, το… …   Dictionary of Greek

  • Λαβεράν, Σαρλ Λουί Αλφόνς — (Charles Louis Alphonse Laveran, Παρίσι 1845 – 1922). Γάλλος μικροβιολόγος και επιδημιολόγος γιατρός. Ο Λ. σπούδασε ιατρική στο Στρασβούργο (1867). Το 1880 εγκαταστάθηκε στην Αλγερία, όπου μετά από συνεχείς μελέτες κατόρθωσε να ανακαλύψει τον… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”